Οι αναγνώστες

Οι αναγνώστες
"Τα βιβλία που έχουμε ανάγκη είναι εκείνα που πέφτουν σαν το τσεκούρι στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής μας". Franz Kafka

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Sabbath's Se-jazz-ction ή Η ορχήστρα της αποπλάνησης

   Το βιβλίο του Φίλιπ Ροθ Το θέατρο του Σάμπαθ είναι –αν μη τι άλλο– «αξιοσημείωτο». Ανάμεσα σε πολλά άλλα, εξίσου «αξιοσημείωτη» μου φάνηκε και η μουσική υπόκρουση της ιστορίας αυτού του ζωώδους αναρχικού τυχοδιώκτη. Σας δίνω λοιπόν μια γεύση από τις μαγικές μελωδίες που συνθέτουν το φόντο σε δύο σκηνές του έργου, μαζί με τα αντίστοιχα «τζαζ» αποσπάσματα.

Η αποπλάνηση της Κρίστα
 «Μαύροι είν’ αυτοί που παίζουν;» τον είχε ρωτήσει η Γερμανιδούλα.
«Όχι. Μερικοί είναι μαύροι, αλλά κυρίως είναι λευκοί, δεσποινίς. Λευκοί μουσικοί της τζαζ. 16 Ιανουαρίου του 1938 στο Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης». [...]
Άκουσαν μαζί το Honeysuckle Rose όπου τα αγόρια του Γκούντμαν αυτοσχεδίαζαν μαζί με μερικούς μουσικούς από την ορχήστρα του Κάουντ Μπέιζι. «Εδώ κάνουν τζάμπινγκ», της είχε εξηγήσει ο Σάμπαθ. «Αυτό είναι εκείνο που, όπως λέμε, βάζει στα πόδια σου φωτιά. Που δεν αφήνει τα πόδια σου να ησυχάσουν… Ακούς την κιθάρα στο βάθος; Πρόσεξε πώς τους οδηγούν τα όργανα που κρατάνε τον ρυθμό. Να ο Μπέιζι… πολύ λιτό παίξιμο στο πιάνο… ακούς την κιθάρα που κρατάει το σύνολο; Αυτή είναι μουσική των μαύρων. Τώρα ακούς μαύρη μουσική. Τώρα θ’ ακούσεις το ριφ. Αυτός είναι ο Τζέιμς… Κάτω από τη μελωδία υπάρχει ο σταθερός ρυθμός των κρουστών που δίνει τη συνοχή… ο Φρέντι Γκριν στην κιθάρα… Να, πάλι ο Τζέιμς. Σε κάνει να νομίζεις ότι σπάει το όργανό του… το ακούς να κομματιάζεται. Άκου αυτό το πέρασμα, σαν να το ονειρεύονται… πρόσεξε πώς το χτίζουν σιγά σιγά… Τώρα αρχίζουν να προετοιμάζουν την έκρηξη του φινάλε. Να το, έρχεται… Τώρα όλοι είναι συντονισμένοι μεταξύ τους… Κορυφώνεται, τελειώνει. Τελείωσαν. Λοιπόν, πώς σου φάνηκε;» τη ρώτησε ο Σάμπαθ.
«Μοιάζει με τη μουσική στα κινούμενα σχέδια. Ξέρετε τα κινούμενα σχέδια για παιδιά στην τηλεόραση;»
«Ναι;» είπε ο Σάμπαθ. «Και να σκεφτεί κανείς ότι αυτή τη μουσική τη θεωρούσαν πολύ προκλητική στην εποχή της. Τι αθώος ο παλιός τρόπος ζωής… όπου και να κοιτάξεις, εκτός από το κοιμισμένο χωριουδάκι μας», είπε χαϊδεύοντας το γένι του, «ο κόσμος έχει κηρύξει τον πόλεμο εναντίον του».

Το τρίο: Μπένι Γκούντμαν, Τζιν Κρούπα και ο Τέντι Γουίλσον στο πιάνο. Body and Soul. Πολύ ονειρικό, πολύ χορευτικό, απόλυτα όμορφο, από την αρχή ως την τριπλή κρούση του Κρούπα στο φινάλε. Ωστόσο ο Μόρτι θεωρούσε ότι τα πυροτεχνήματα του Κρούπα κατέστρεφαν εντελώς το κομμάτι. «Γιατί δεν αφήνει απλώς τη μουσική να κυλήσει;» έλεγε ο Μόρτι. «Ο Κρούπα ήταν το χειρότερο πράγμα που συνέβη στον Γκούντμαν. Πολύ ενοχλητικές οι παρεμβολές του» – και ο Μίκι επαναλάμβανε στο σχολείο τα λόγια του αδελφού σαν να ήταν δική του γνώμη. Ο Μόρτι έλεγε «Ο Μπένι δεν διστάζει να πάρει πάνω του το μισό κομμάτι», και ο Μίκι το επαναλάμβανε. «Σπουδαίος κλαρινετίστας, δεν χρειάζεται κανέναν δίπλα του» – κι αυτό το επαναλάμβανε… Τώρα αναρωτιόταν αν θα κατάφερνε να μαλακώσει κάπως τούτη την τραχιά Γερμανιδούλα αυτός ο ρυθμός που γεννούσε κάτι σαν μεταμεσονύχτια, γλυκιά χαύνωση, αυτή η διακριτική, περιπαθής ερμηνεία του Γκούντμαν – κι έτσι για τρία λεπτά δεν της μίλησε, και με υπόκρουση τη σαγηνευτική μελωδική γραμμή του Body and Soul, συνέχισαν το ταξίδι τους μέσα στο σκοτάδι των δασωμένων λόφων. Κανένας άλλος στο δρόμο. Κι αυτό ιδιαίτερα σαγηνευτικό.
  
The Man I Love. Ο Γουίλσον να παίζει Γκέρσουιν σαν να ήταν Σοστακόβιτς. Απόκοσμα μυστηριακό το βιμπράφωνο του Χαμπ. Ιανουάριος του 1938. Είμαι σχεδόν εννέα χρονών και ο Μόρτι θα γίνει σύντομα δεκατεσσάρων. Χειμώνας. Η παραλία της λεωφόρου Μακέιμπ. Μου μαθαίνει δισκοβολία στην άδεια παραλία μετά το σχολείο. Απεραντοσύνη.
The Man I Love του G. Gershwin με τη φωνή της Billie Holiday
  «Ναι, αλλά δεν μπορείς να χορέψεις μόνη σου το Sugarfoot Stomp. Το ακούς;» είπε με καλοσυνάτο χαμόγελο ο Σάμπαθ. «Πρέπει να χορέψεις το λίντι και για να το χορέψεις χρειάζεσαι άλλον έναν χορευτή. Το ίδιο και το τζίτερμπαγκ, αγαπητή μου».
«Ναι», είπε ευγενικά εκείνη, «Είναι πολύ ωραίο». Σεβασμός στα γηρατειά. Να που αυτό το σκληρό πλάσμα είχε τελικά και μια τρυφερή πλευρά.
  […] Τα είχε κάνει θάλασσα με το Sugarfoot Stomp. Την είχε αποξενώσει ολοκληρωτικά. Είχε καταφέρει να προκαλέσει την αποστροφή της τονίζοντας υπερβολικά το πόσο ακίνδυνος, πόσο ελάχιστα τρομακτικός γεροξεκούτης ήταν… και της είχε στερήσει τον πρώτο ρόλο στην κουβέντα.
Σταμάτησε την κασέτα. Το μόνο που της έλειπε τώρα ήταν ν’ ακούσει και τον Έλμαν να παίζει στην τρομπέτα του εκείνες τις χαρακτηριστικά κλέτζμερ φράσεις με τις οποίες διανθίζει το Bei Mir Bist Du Sheyn. Μπορεί και να άνοιγε την πόρτα του αυτοκινήτου και να πηδούσε έξω, έστω και στη μέση του πουθενά.
Bei mir bist du sheyn, yiddish version (Budapest Klezmer Band)

Η αποπλάνηση της Ντρένκα
(Πού χάθηκαν, άραγε, όλοι εκείνοι οι δίσκοι των 78 στροφών; Όταν μπαρκάρισα, τι απέγινε εκείνος ο δίσκος της Victor του 1935 με το τραγούδι Sometimes Im happy, τον θησαυρό των θησαυρών του Μόρτι, εκείνο με το σόλο του Μπάνι Μπέριγκαν που ο Μόρτι το αποκαλούσε «το σπουδαιότερο σόλο τρομπέτας οποιουδήποτε σε οποιαδήποτε εποχή»; Ποιος πήρε τους δίσκους του Μόρτι; Τι έγιναν τα πράγματά του μετά τον θάνατό του; Πού είναι τώρα;) […] ο Σάμπαθ τραγουδούσε στην Ντρένκα το Stardust, όχι στα αγγλικά όπως ο Χόουγκι Κάρμαϊκλ, αλλά στα γαλλικά – «Suivant le silence de la nuit/ Répète ton nom» – με τον τρόπο ακριβώς που το τραγουδούσε ο Τζιν Χόκμπεργκ, ο επικεφαλής της ορχήστρας σουίνγκ όπου έπαιζε κλαρινέτο ο Μόρτι. […] Ένα γενειοφόρο βαρέλι ήταν, αναμφίβολα, όμως η Ντρένκα γουργούριζε εκστατικά, «Το αγόρι μου ο Αμερικάνος. Έχω αγαπητικό Αμερικάνο», ενώ οι σπουδαίες εκτελέσεις του Γκούντμαν της δεκαετίας του 1930 μεταμόρφωναν σε κιόσκι της παραλιακής λεωφόρου Λαρέιν το δωμάτιο του ξενοδοχείου που βρωμούσε απολυμαντικό και που το είχε νοικιάσει για έξι δολάρια με το όνομα του Ζίγκι Έλμαν, του μανιακού τρομπετίστα του Γκούντμαν στο κομμάτι We three and the Angels sing.
                  
Σ’ εκείνο το κιόσκι της λεωφόρου Λαρέιν ο Μόρτι είχε μάθει τον Μίκι να χορεύει τζίτερμπαγκ ένα αυγουστιάτικο βράδυ του 1938, όταν το αγοράκι που ήταν η σκιά του ήταν μόλις εννέα ετών. Το δώρο του μεγάλου αδελφού για τα γενέθλιά του. Ο Σάμπαθ έμαθε στο κορίτσι από το Σπλιτ να χορεύει τζίτερμπαγκ ένα χιονισμένο απόγευμα του 1981 σ’ ένα μοτέλ της Νέας Αγγλίας που λεγόταν «Μπο-Πιπ». Ως τις έξι το απόγευμα, που ξεκίνησαν με δυο αυτοκίνητα να γυρίσουν σπίτια τους μέσα από τους ανασκαμμένους δρόμους, η Ντρένκα είχε μάθει να διακρίνει τα σόλο του Χάρι Τζέιμς από εκείνα του Έλμαν στο τραγούδι St. Louis Blues, μπορούσε να μιμείται πολύ αστεία τα κόλπα του Χάμπτον στο τελικό σόλο στο Ding Dong Daddy, ήξερε να σχολιάζει το RollEm, όπως σχολίαζε το RollEm ο Μόρτι στον Μίκι όταν η μπούγκι-γούγκι αρχή φθίνει παραχωρώντας τη θέση της στο σόλο του Στέισι: «Είναι απλώς ένα γρήγορο μπλουζ σε Φα». Κατάφερνε ακόμη και να χτυπάει πάνω στον τριχωτό πισινό του Σάμπαθ τον ρυθμό του Κρούπα συνοδεύοντας η ίδια το Sweet Leilani. Η Μάρθα Τίλτον διαδεχόταν τη Χέλεν Γουόρντ.
  
 The St. Louis Blues, σε μια εκτέλεση έκπληξη από τον ηθοποιό Hugh Laurie

 Βonus track
Ο Σάμπαθ ένιωσε την παρόρμηση να σηκωθεί όρθιος και να επευφημήσει. Αλλά, καθισμένος στο αυτοκίνητο στην αρχή της ανηφόρας που οδηγούσε στο σπίτι, περιορίστηκε να χτυπήσει τα πόδια του στο δάπεδο και να φωνάξει, «Μπράβα! Μπράβα, Ρόζι!» και να βγάλει τη γιάρμουλκά του με το God Bless America σε ένδειξη θαυμασμού για τις αποχρώσεις της ερμηνείας της, για τα ντιμινουέντα και τα κρεσέντα, για τη ρευστότητα και την παραφορά, για την ελεγχόμενη απώλεια ελέγχου, για την παρατεταμένη κινητήρια δύναμη του φινάλε. Καλύτερη από τον Μπερνστάιν. Η γυναίκα του.

Η Όγδοη Συμφωνία του Γκούσταβ Μάλερ είναι γνωστή ως «Συμφωνία των Χιλίων», καθώς η πρώτη της δημόσια εκτέλεση το 1910 έγινε από ένα σύνολο μουσικών, χορωδών και σολίστ που ξεπερνούσαν τα 1.000 άτομα. Η 8η Συμφωνία αποτελεί μία σύνθεση της ζωής και της δημιουργίας με την αγάπη, που ενσαρκώνεται στο πρόσωπο της Παρθένου-Mater gloriosa ή της Αιώνιας Γυναίκας – μάλιστα ο Μάλερ την αφιέρωσε στη γυναίκα του Alma. Το πρώτο μέρος προσκαλεί το πνεύμα της δημιουργίας (Veni creator spiritus), επικαλείται τέσσερις πηγές ίασης και καταλήγει στην έλευση του Φωτός, ενώ το δεύτερο παρουσιάζει τη σωτηρία και την εξιλέωση του Faust μέσα από μια αργή αλλά μεγαλειώδη κλιμάκωση (adagio-scherzo-finale).
Επιλογές από το βιβλίο του Φίλιπ Ροθ, «Το θέατρο του Σάμπαθ», Πόλις 2013 (1995), 81-88, 311-313, 578.